ερυθροψία

ερυθροψία
Διαταραχή της όρασης που έχει αποτέλεσμα να βλέπει ο ασθενής όλα τα αντικείμενα κόκκινα. Η ε. είναι σχεδόν πάντα παροδική κατάσταση, που εμφανίζεται ως συνέπεια κάποιας πάθησης, όπως η επιληψία, ή έπειτα από εγχείρηση καταρράκτη. Οφείλεται όμως βασικά σε εγκεφαλικές αιτίες, σε τοπικές βλάβες του αμφιβληστροειδούς ή σε υπερέκκριση οφθαλμικής πορφύρας. Η πάθηση αυτή αναφέρεται για πρώτη φορά σε κείμενο του χριστιανού ιερέα και γιατρού Ααρών, ο οποίος έζησε στην Αλεξάνδρεια την εποχή του αυτοκράτορα Ηράκλειου (610-641 μ.Χ.).
* * *
η
ανωμαλία τής όρασης κατά την οποία τα αντικείμενα φαίνονται κόκκινα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ερυθρός + θ. οπ- (πρβλ. όψομαι, όπωπα τού ορώ)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • ερυθρός — ά και ή, ό (AM ἐρυθρός, ά, όν Α και ἐρυθρός, ή, όν) 1. αυτός που έχει το χρώμα τού αίματος ή τού άνθους τής παπαρούνας, ο κόκκινος 2. φρ. «Ερυθρά θάλασσα» η θάλασσα μεταξύ τής Αραβίας και τού βόρειου τμήματος τής ανατολικής ακτής τής Αφρικής μσν …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”